Γράφει η Παναγιώτα Κατωπόδη
Φορητή εικόνα λέγεται, η εικόνα που ζωγραφίζεται σε ξύλο ή άλλο υλικό (φέροντα…) και μπορεί να μετακινηθεί. Τρεις είναι οι κυριότερες τεχνικές των φορητών, η εγκαυστική, η αυγοτέμπερα και το ψηφιδωτό. Στην ορθόδοξη λατρεία δεν χρησιμοποιούνται περίοπτα (ολόγλυφα) αγάλματα, αλλά υπάρχουν ανάγλυφες εικόνες (Οι περισσότερες βυζαντινές εικόνες της κατηγορίας αυτής προέρχονται από τη Δ. Μακεδονία, όπως ο άγιος Γεώργιος του Χριστιανικού και Βυζαντινού Μουσείου της Αθήνας, ΔΕ 5, Β1), είτε ξυλόγλυπτες (εκτός των ανάγλυφων εικόνων υπάρχουν και πολλά ξυλόγλυπτα εκκλησιαστικά και λειτουργικά αντικείμενα, όπως σταυροί, εξαπτέρυγα, επιτάφιοι κ.α.), είτε σε μάρμαρο (Μαρμάρινες εικόνες θα συναντήσουμε στην Τήνο, η οποία διατηρεί την παράδοση της μαρμαρογλυπτικής) ή άλλο υλικό, οι οποίες πολλές φορές ζωγραφίζονται από πάνω με χρώμα. Η εγκαυστική ή κηρόχυτη τεχνική δίνει λαμπερό αποτέλεσμα και ανεξίτηλο στο χρόνο. Τα χρώματα αναμιγνύονται με κερί και ρητίνη πάνω σε ζεστή επιφάνεια και ζωγραφίζονται απευθείας πάνω στο ξύλο σε πολύ παχιές στρώσεις και δίνουν την εντύπωση ελαιογραφίας. Τα περισσότερα δείγματα προέρχονται από τη μονή Σινά και είναι του 6ου – 8 ου αι..
Η περισσότερο γνωστή μέθοδος είναι η αυγοτέμπερα ή ωογραφία, όπου χρησιμοποιείται ως συνδετικό για τα χρώματα διάλυμα αυγού με ξύδι. Η ζωγραφική εφαρμόζεται πάνω σε προετοιμασμένη επιφάνεια από ύφασμα και στόκο. Συχνά το φόντο χρυσώνεται με φύλλα χρυσού (με δύο τρόπους, που θα αναλυθούν παρακάτω), αφού έχει αποτυπωθεί το σχέδιο πάνω στην προετοιμασμένη επιφάνεια με ανθίβολο και ακολουθεί η ζωγραφική. Το ανθίβολο είναι διάφανο χαρτί ή ριζόχαρτο όπου έχει ξεσηκωθεί το σχέδιο στις ακριβείς διαστάσεις της εικόνας. Οι βυζαντινοί τεχνίτες δεν χρησιμοποιούσαν τετράδια σχεδίων όπως οι μεταβυζαντινοί οι οποίοι μάλιστα τα κληροδοτούσαν από γενιά σε γενιά. Η τεχνική του περάσματος του σχεδίου από το ανθίβολο έχει ως εξής: Με μια βελόνα κάνουμε τρυπίτσες κατά μήκος όλων των βασικών γραμμών του σχεδίου σε μικρές αποστάσεις μεταξύ τους. Στερεώνουμε το σχέδιο στο προετοιμασμένο ξύλο και ρίχνουμε από πάνω καρβουνόσκονη ή χοντροκόκκινο. Οι σκόνες που θα περάσουν μέσα από τις τρύπες θα αποτυπώσουν το σχέδιο στις γενικές του γραμμές. (Βασιλάκη Μ., Από τους εικονογραφικούς οδηγούς στα σχέδια εργασίας των μεταβυζαντινών ζωγράφων, Αθήνα 1995).
Στη φορητή εικόνα, την ψηφιδωτή, οι ψηφίδες πακτώνονται σε υπόστρωμα ρητινώδους ουσίας (κηρομαστίχης) που είναι απλωμένη πάνω σε ξύλο. Ακολουθεί η στερέωση με κονίαμα. Υπάρχουν ελάχιστα δείγματα, αφού λόγω του μεγάλου βάρους τους γίνονται δύσχρηστες. Οι φορητές εικόνες χωρίζονται σε κατηγορίες ανάλογα με τη χρήση τους. Από αυτές ξεχωρίζουν οι εικόνες ιδιωτικής λατρείας, πολύπτυχα που συνήθως ήταν πολύ μικρών διαστάσεων. Οι εικόνες δημόσιας λατρείας είναι πάντα μεγάλων διαστάσεων, ιδιαίτερα όταν προορίζονται για προσκυνητάρια ναών. Από τον 13ο αιώνα μαρτυρούνται εικόνες μηνολογίου 8 που φυλάσσονταν στο ναό και τοποθετούνταν στα προσκυνητάρια κατά τις ημέρες που εόρταζαν οι εικονιζόμενοι άγιοι. Η συνήθεια αυτή εξαφανίστηκε, εκτός από μία περίπτωση του 16ου όπου πληροφορούμαστε ότι υπήρχαν τέτοιες εικόνες στη μονή Μ. Μεταμορφώσεως Μετεώρων. Φορητές είναι οι εικόνες του επιστυλίου και οι Δεσποτικές στο τέμπλο των ναών, εκτός κάποιων περιπτώσεων κτιστών τέμπλων κυρίως στα Επτάνησα τα μεταβυζαντινά χρόνια που είναι τοιχογραφίες. Άλλη κατηγορία φορητών εικόνων είναι οι αμφιπρόσωπες ή αμφίγραπτες, δηλαδή με αγίους και στις δύο πλευρές τους (συνήθως είναι ακόσμητη η πίσω πλευρά των εικόνων ή φέρει γραπτό σταυρό). Οι εικόνες αυτές ήταν λιτανευτικές και μάλιστα έφεραν εγκοπές για τα κοντάρια με τα οποία τις μετέφεραν. Σήμερα δεν συνηθίζονται ίσως επίδρασή τους να είναι τα λιτανευτικά λάβαρα που συναντάμε κυρίως στα Επτάνησα.
Εικόνες ζωγραφίζονται πάνω σε λειψανοθήκες αγίων, με διάφορα υλικά, όπως ψηφίδες και σμάλτα. Τέλος στην κατηγορία των ανάγλυφων εικόνων ανήκουν και οι μεταλλικές επενδύσεις των εικόνων ή πάμφυλλα. Η μεταλλική επιφάνεια μπορεί να είναι ολόκληρη η εικόνα ή να αφήνει ακάλυπτα τα γυμνά μέρη του αγίου, όπως το πρόσωπο, τα χέρια, τα πόδια. Το μέταλλο συνήθως είναι ασήμι, σπάνια χρυσό ή συνδυασμός και των δύο. Ανάμεσα στο ξύλο της εικόνας και το μέταλλο μεσολαβεί κερί. Πολλές από αυτές τις επενδύσεις είναι τάματα πιστών. Κατά την φραγκοκρατία οι δαπανηρές αυτές επενδύσεις αντικαταστάθηκαν από γύψινες ανάγλυφες διακοσμήσεις με φυτικά θέματα, κυρίως στο φωτοστέφανο. Η πρακτική της μεταλλικής επενδύσεως συνεχίστηκε μετά την Άλωση όπου τοποθετούνταν αργυροί φωτοστέφανοι στα κεφάλια των αγίων.