Blog

Γλωσσική και διαπολιτισμική επίγνωση

Γλωσσική και διαπολιτισμική επίγνωση

Σπυριδούλα Μπέλλα *, Καθηγήτρια Γλωσσολογίας – Τμήμα Φιλολογίας, Ε.Κ.Π.Α.

 

Η σχέση που η Γλωσσολογία γενικά και η γλωσσική διδασκαλία ειδικότερα έχει με τη διαπολιτισμικότητα εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον πολιτισμό. Αν τον αντιλαμβανόμαστε αποκλειστικά ως προϊόν, ως ιστορία, τέχνη, ήθη και έθιμα, τότε η Γλωσσολογία δεν έχει πολλά να πει για το θέμα. Αν όμως τον αντιλαμβανόμαστε ως στάσεις, απόψεις, αντιλήψεις και προσδοκίες που είναι κοινές ή συνήθεις για τα μέλη μιας κοινότητας, τότε ο ρόλος της γλώσσας είναι κεντρικός, καθώς όλα τα παραπάνω κοινωνούνται κυρίως μέσω της γλώσσας.

Στους καιρούς της παγκοσμιοποίησης άτομα και πληθυσμοί μετακινούνται καθημερινά για ποικίλους λόγους και προσπαθούν να στήσουν ζωές σε χώρες και πολιτισμούς που τους είναι εντελώς άγνωστα. Εξίσου άγνωστη τούς είναι συχνά και η γλώσσα. Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ενήλικες ή για παιδιά σχολικής ηλικίας αυτό από μόνο του είναι αιτία πολιτισμικού σοκ, καθώς βρίσκονται ξαφνικά στο επίπεδο γλωσσικής επικοινωνίας ενός δίχρονου και οι επιπτώσεις είναι τόσο ψυχολογικές όσο και κοινωνικές. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι έχουν γαλουχηθεί σε συγκεκριμένα πολιτισμικά περιβάλλοντα με, ενδεχομένως, πολύ διαφορετικές αξίες από αυτές της χώρας υποδοχής. Ακόμα και όταν γνωρίζουν σε κάποιο βαθμό το λεξιλόγιο και τη γραμματική της νέας γλώσσας, δεν γνωρίζουν απαραιτήτως τις αξίες και τις στάσεις που αυτή μεταφέρει. Πολύ συχνά αγνοούν τις επικοινωνιακές κανονικότητες που εμφανίζει κάθε γλώσσα, τους μυστικούς κανόνες που διέπουν τις συνομιλίες κάθε γλωσσικής κοινότητας και που είναι στη βάση τους πολιτισμικοί. Για παράδειγμα, πόσο πρέπει να επιμείνουν σε μια πρόσκληση ή προσφορά; Ποιοι γλωσσικοί μηχανισμοί είναι κατάλληλοι για να ζητήσουν κάτι ανάλογα με το σε ποιον απευθύνονται; Τι σημαίνει «να μιλάς ευγενικά» σε μια γλώσσα που δεν είναι η μητρική σου και ποια είναι η λεπτή κόκκινη γραμμή μεταξύ ευγένειας, φιλικότητας και ψυχρής τυπικότητας; Πώς γνωρίζεις ποια γλωσσικά μέσα θα εκφράσουν πιο αποτελεσματικά τη στάση σου απέναντί στον συνομιλητή σου; Πώς γίνεται μια μαθήτρια της Ελληνικής από τη Νιγηρία, να λέει στην καθηγήτριά της με θαυμασμό «πόσο παχιά είσαι!» και να το εννοεί ως φιλοφρόνηση, την στιγμή που η αποδέκτρια της φιλοφρόνησης νιώθει προσβεβλημένη;

Πώς συνδέεται με όλα αυτά η διδασκαλία της Ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας η οποία είναι πλέον μια πραγματικότητα στο ελληνικό σχολείο; Δεν θα υποστηρίξω ότι είμαι σε θέση να αντιληφθώ το κολοσσιαίας δυσκολίας έργο που επιτελούν οι εκπαιδευτικοί μέσα στα σχολεία και στις τάξεις με πολυπολιτισμική σύνθεση. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα απαιτητική συνθήκη που διαφοροποιείται κατά περίπτωση και, σαφώς, δεν υπάρχουν «συνταγές» για την αντιμετώπισή της. Μέσα από την μακρόχρονη εμπειρία μου σε πολυπολιτισμικές τάξεις ενηλίκων στους οποίους δίδαξα την Ελληνική, τη θητεία μου ως υπεύθυνης για τα σχολεία της Αττικής στο Πρόγραμμα «Ένταξη, Αλλοδαπών και Παλιννοστούντων μαθητών» και την θεωρητική γνώση μπορώ μόνο να κάνω προτάσεις για το τι θα οδηγούσε σε μια επί της ουσίας διαπολιτισμική προσέγγιση στη διδασκαλία της Ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας στην εκπαίδευση.

Καλώς ή κακώς οι εκπαιδευτικοί είναι οι πρώτοι που καλούνται να αντιμετωπίσουν τη διαπολιτισμικότητα και να επιλύσουν τα ζητήματα που αυτή προκαλεί. Ο εξοπλισμός που τους είναι απαραίτητος συνίσταται, κατά την άποψή μου, στο να είναι ουσιαστικά ενήμεροι σχετικά με τον ρόλο της γλώσσας στη διαπολιτισμική επικοινωνία και στην κοινωνική ένταξη. Ακόμα και αν δεν καλούνται να διδάξουν την Ελληνική ως δεύτερη γλώσσα είναι καλό να διαθέτουν  γνώσεις σχετικά με την εκμάθηση της, να αντιλαμβάνονται τις σημαντικές ψυχολογικές συνέπειες που μπορεί να έχει η διαδικασία για έναν μαθητή και τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να επηρεάσει την απόδοση και κυρίως τη συμπεριφορά του. Η γλωσσική κατάρτιση είναι το βασικότερο εφόδιο που μπορούμε να προσφέρουμε σε αυτά τα παιδιά προκειμένου να ενταχθούν κοινωνικά και να ενσωματωθούν πολιτισμικά, εφόσον το επιθυμούν.

Πάνω από όλα πρέπει να παρασχεθεί γνώση για τη χρήση της γλώσσας ως κοινωνικής δράσης και ως συμπεριφοράς. Έδωσα παραπάνω κάποια εντελώς ενδεικτικά παραδείγματα τέτοιων συμπεριφορών που πολύ συχνά και εμείς  ως φυσικοί ομιλητές δεν τις συνειδητοποιούμε και δεν είναι εύκολο να τις περιγράψουμε. Ένας τρόπος να τις συνειδητοποιήσουμε είναι να δούμε τη γλώσσα μας ως αντικείμενο «μάθησης από τον άλλο» και να την συγκρίνουμε με άλλες γλώσσες ως προς το πολιτισμικό της υπόβαθρο. Η πολιτισμική διαφοροποίηση μεταξύ των γλωσσικών συμπεριφορών θα πρέπει να αποτελεί βασικό ζητούμενο στη διαπολιτισμική τάξη. Όχι τόσο για να κατανοήσουν οι αλλοδαποί μαθητές το πώς συμπεριφέρονται γλωσσικά οι Έλληνες, αλλά κυρίως για να αποκτήσουν οι Έλληνες μαθητές επίγνωση της πολιτισμικά προσδιορισμένης γλωσσικής τους διαφορετικότητας. Ας μην ξεχνάμε ότι είμαστε συνήθως εξαιρετικά επιεικείς με τα λάθη των αλλοδαπών που αφορούν τα δομικά στοιχεία της γλώσσας όπως η γραμματική και το λεξιλόγιο. Τα κοινωνιοπολιτισμικά, ωστόσο, ατοπήματα, ιδιαίτερα όταν προέρχονται από αλλοδαπούς με καλή γνώση της γλωσσικής δομής, δεν τα κρίνουμε σε επίπεδο γλώσσας αλλά σε επίπεδο προσωπικότητας.

Το σχολείο οφείλει να δίνει στην κοινωνία ανθρώπους κοινωνικά επαρκείς. Και στην τρέχουσα πραγματικότητα της παγκοσμιοποίησης κοινωνικά επαρκής σημαίνει εξ υποθέσεως διαπολιτισμικά ευαισθητοποιημένος. Το πρόγραμμα «Διαπολιτισμική εκπαίδευση, επικοινωνία και γλώσσα» στοχεύει στην παρουσίαση και ανάλυση των τρόπων με τους οποίους ο εκπαιδευτικός θα μπορέσει να οδηγήσει τους εκπαιδευόμενους στη γλωσσική επίγνωση και τη διαπολιτισμική ευαισθητοποίηση. Η διδασκαλία της Ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας και οι κοινωνικές και ψυχολογικές πτυχές της είναι σημαντικό να αποτελούν μέρος της παιδείας των εκπαιδευτικών. Έχοντας αυτού του είδους την παιδεία σε θεωρητικό επίπεδο, οι εκπαιδευτικοί θα μπορέσουν να απασφαλίσουν τους διαπολιτισμικούς διαύλους, να ενισχύσουν την προσωπική τους διαπολιτισμική ευαισθητοποίηση και μέσω της δικής τους στάσης να μεταδώσουν στους μαθητές τους την ίδια ευαισθησία και οξυδέρκεια σε θέματα γλωσσικής διαπολιτισμικότητας.

* Η Σπυριδούλα Μπέλλα είναι ακαδημαϊκή υπεύθυνη και εκπαιδεύτρια στο πρόγραμμα “Διαπολιτισμική Εκπαίδευση, Επικοινωνία και Γλώσσα

Φωτογραφία από τον χρήστη Felicity Tai και BERK OZDEMIR στο Pexels
Scroll to Top
Μετάβαση στο περιεχόμενο